Anonymous

κάρταλλος: Difference between revisions

From LSJ
19
(6_14)
(19)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κάρταλλος''': ὁ, «[[κόφινος]] ὀξὺς τὰ [[κάτω]]» (Σουΐδ.), Ἑβδ. (Δ΄ Βασιλ. Ι΄,7, κ. ἀλλ.), πρβλ. Φίλωνα 1. 694· παρ’ Ἡσυχ. κάρταλλον, [[ὅπερ]] ἑρμηνεύει: «πλεκτὸν [[ἀγγεῖον]], ἐν τοῖς ὀψαρτυτικοῖς»: - ὑποκορ. καρταλάμιον, τό, (δι’ ἑνὸς λ) ἴδε Δουκάγγ.
|lstext='''κάρταλλος''': ὁ, «[[κόφινος]] ὀξὺς τὰ [[κάτω]]» (Σουΐδ.), Ἑβδ. (Δ΄ Βασιλ. Ι΄,7, κ. ἀλλ.), πρβλ. Φίλωνα 1. 694· παρ’ Ἡσυχ. κάρταλλον, [[ὅπερ]] ἑρμηνεύει: «πλεκτὸν [[ἀγγεῖον]], ἐν τοῖς ὀψαρτυτικοῖς»: - ὑποκορ. καρταλάμιον, τό, (δι’ ἑνὸς λ) ἴδε Δουκάγγ.
}}
{{grml
|mltxt=κάρταλ(λ)ος, ὁ (AM)<br />[[καλάθι]] με στενή [[συνήθως]] [[βάση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καλάθι]] που περιείχε προσφορές πιστών σε [[γιορτή]]<br /><b>2.</b> [[κλουβί]] για πουλιά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Συνδέεται πιθ. με τη λ. [[κύρτος]], <i>ὁ</i> «[[καλάθι]], [[κλουβί]] πτηνών», [[οπότε]] ανάγεται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>kert</i>- «[[στρίβω]], [[στρέφω]] [[μαζί]], [[συστρέφω]]». Επίσης πιθ. να συνδέεται με τα [[καρταλάμιον]] «μικρό [[καλάθι]]» και [[καρτάλαμον]]].
}}
}}