Anonymous

κιθάριον: Difference between revisions

From LSJ
20
(6_22)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κιθάριον''': τό, μικρὰ [[κιθάρα]], ἡμαρτ. γραφ. ἀντὶ κιθάρειον κατὰ διόρθ. Casaub., Ἀθήν. 550A.
|lstext='''κιθάριον''': τό, μικρὰ [[κιθάρα]], ἡμαρτ. γραφ. ἀντὶ κιθάρειον κατὰ διόρθ. Casaub., Ἀθήν. 550A.
}}
{{grml
|mltxt=[[κιθάριον]], τὸ (Α)<br />υποκορ. του ψαριού [[κίθαρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κίθαρος]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ιον</i>].
}}
}}