Anonymous

θρομβεῖον: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_12)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θρομβεῖον''': Ἰων. -ήιον, τό, ὑποκοριστ. τοῦ [[θρόμβος]], Νικ. Ἀλ. 295.
|lstext='''θρομβεῖον''': Ἰων. -ήιον, τό, ὑποκοριστ. τοῦ [[θρόμβος]], Νικ. Ἀλ. 295.
}}
{{grml
|mltxt=θρομβεῑον και ιων. τ. θρομβήιον, τὸ (Α) [[θρόμβος]]<br />[[μικρός]] [[θρόμβος]].
}}
}}