Anonymous

κουκούφας: Difference between revisions

From LSJ
21
(eksahir)
(21)
Line 15: Line 15:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[abubilla]]
|esgtx=[[abubilla]]
}}
{{grml
|mltxt=[[κουκούφας]], ὁ (Α)<br />[[τσαλαπετεινός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ανάγεται σε [[ονοματοποιία]] και συνδέεται με αρχ. ινδ. <i>kukkubha</i>- «[[φασιανός]]» και λατ. <i>cucubio</i> «(για [[κουκουβάγια]]) [[κραυγάζω]]»].
}}
}}