Anonymous

κληματικός: Difference between revisions

From LSJ
20
(6_10)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κληματικός''': -ή, -όν, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς κληματίδα ἢ [[κλῆμα]], Γλωσσ.
|lstext='''κληματικός''': -ή, -όν, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς κληματίδα ἢ [[κλῆμα]], Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κληματικός]], -ή, -όν (Α) [[κλήμα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[κλήμα]], σε [[κλάδο]] αμπέλου.
}}
}}