Anonymous

κρύσταλλος: Difference between revisions

From LSJ
22
(T22)
(22)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=([[κρυφαῖος]]) κρυφαίᾳ, κρυφαιον ([[κρυφᾶ]]), [[hidden]], [[secret]]: [[twice]] in L T Tr WH. ([[Aeschylus]] and [[Pindar]] [[down]].)  
|txtha=([[κρυφαῖος]]) κρυφαίᾳ, κρυφαιον ([[κρυφᾶ]]), [[hidden]], [[secret]]: [[twice]] in L T Tr WH. ([[Aeschylus]] and [[Pindar]] [[down]].)  
}}
{{grml
|mltxt=ο, η (AM [[κρύσταλλος]], ὁ)<br /><b>1.</b> [[κάθε]] στερεό υλικό του οποίου τα άτομα [[είναι]] διατεταγμένα με καθορισμένο τρόπο και το οποίο παρουσιάζει [[κανονικότητα]] στην εξωτερική του [[επιφάνεια]] ως [[αντανάκλαση]] της εσωτερικής του συμμετρίας<br /><b>2.</b> [[διαφανής]] και [[καθαρός]] [[πάγος]] ή [[στρώμα]] πάγου που σχηματίζεται με το εξωτερικό [[ψύχος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[λευκό]], πολύ καθαρό και διαφανές [[γυαλί]] που περιέχει [[συνήθως]] μόλυβδο<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[καθετί]] διαυγές, διαφανές, σαφές<br /><b>3.</b> [[καθετί]] [[κρύο]], παγωμένο<br /><b>4.</b> <b>βοτ.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι κρύσταλλοι</i><br />νεκρά κυτταροπλασματικά έγκλειστα που σχηματίζονται ως παραπροϊόντα της ανταλλαγής της ύλης από τις χημικές αντιδράσεις οι οποίες συντελούνται στο [[κυτταρόπλασμα]]<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) <b>φυσ.-χημ.</b> «[[υγρός]] [[κρύσταλλος]]» — υλικό το οποίο χαρακτηρίζεται από [[ρευστότητα]] [[αλλά]] διατηρεί παράλληλα και έναν βαθμό κρυσταλλικότητας, δηλ. κανονικής διάταξης τών δομικών μονάδων του<br />β) «ορεία [[κρύσταλλος]]» — σκληρή [[διαφανής]] και άχρωμη κρυσταλλική [[παραλλαγή]] του χαλαζία με υαλώδη [[λάμψη]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[νάρκη]], [[λήθαργος]]<br /><b>2.</b> <b>παροιμ.</b> «ὁ παῑς τὸν κρύσταλλον» — λεγόταν για κάποιον που, ενώ δεν μπορεί να κρατήσει [[κάτι]], δεν θέλει και να το αφήσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Για την ετυμολ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[κρύος]] (ΙΙ).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[κρυστάλλι]], [[κρυσταλλίζω]], [[κρυστάλλινος]], [[κρυσταλλώδης]], [[κρυσταλλώνω]] (<i>κρυσταλλώ</i>)<br />(<b>μσν. νεοελλ.</b>) [[κρυσταλλένιος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κρυσταλλώνας]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Α' συνθετικό) [[κρυσταλλοειδής]], [[κρυσταλλόπηκτος]], [[κρυσταλλοφανής]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κρυσταλλοπήξ]]<br /><b>μσν.</b><br /><i>κρυσταλλοροδοκόκκινος</i>, [[κρυσταλλόσαρκος]], [[κρυσταλλόστερνος]], <i>κρυσταλόχροιος</i><br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[κρυσταλλοφόρος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κρυσταλλοποιείο]], [[κρυσταλλουργία]], [[κρυσταλλουργός]], <i>κρυσταλλοχιονάτος</i>, <i>κρυσταλλοχιονοτράχηλος</i>, [[κρυσταλλωρυχείο]]].
}}
}}