Anonymous

κωβιός: Difference between revisions

From LSJ
22
(Bailly1_3)
(22)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />goujon, <i>poisson</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt prob. à une langue médit.
|btext=οῦ (ὁ) :<br />goujon, <i>poisson</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt prob. à une langue médit.
}}
{{grml
|mltxt=ο (AM [[κωβιός]])<br />[[κοινή]] [[σήμερα]] [[ονομασία]] περκόμορφων ψαριών που, σύμφωνα με τη σύγχρονη [[ταξινόμηση]], ανήκουν στην [[οικογένεια]] γωβιίδες, αλλ. γωβιός<br /><b>αρχ.</b><br />δύο είδη [[φυτών]], το [[τιθύμαλλος]] [[χαρακίας]] και το [[τιθύμαλλος]] [[δενδροειδής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ. μεσογειακής προελεύσεως. Τη λ. δανείστηκε η λατ. με τις μορφές <i>cobius</i> και <i>gobius</i>, <i>cobio</i> και <i>gobio</i>].
}}
}}