Anonymous

κωνωποσφράντης: Difference between revisions

From LSJ
22
(6_19)
(22)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κωνωποσφράντης''': -ου, ὁ, ὀσφραινόμενος τοὺς κώνωπας, [[παράσιτος]], Ἀλκίφρων 1. 21.
|lstext='''κωνωποσφράντης''': -ου, ὁ, ὀσφραινόμενος τοὺς κώνωπας, [[παράσιτος]], Ἀλκίφρων 1. 21.
}}
{{grml
|mltxt=[[κωνωποσφράντης]], -ου, ὁ (Α)<br />κωμική [[ονομασία]] αδίστακτου παρασίτου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κώνωψ]] <span style="color: red;">+</span> -<i>οσφράντης</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>όσφραίνομαι</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>καπν</i>-<i>οσφράντης</i>, <i>υδρ</i>-<i>οσφράντης</i>].
}}
}}