Anonymous

μεταδέχομαι: Difference between revisions

From LSJ
24
(6_5)
(24)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταδέχομαι''': ἀποθ., [[δέχομαι]] [[μετὰ]] [[ταῦτα]], Ἐκκλ.
|lstext='''μεταδέχομαι''': ἀποθ., [[δέχομαι]] [[μετὰ]] [[ταῦτα]], Ἐκκλ.
}}
{{grml
|mltxt=και ματαδέχομαι (ΑM [[μεταδέχομαι]])<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[δέχομαι]] κάποιον ή [[κάτι]] εκ νέου<br /><b>αρχ.</b><br />[[δέχομαι]] κάποιον ή [[κάτι]] αργότερα, ύστερα.
}}
}}