Anonymous

μονόγονος: Difference between revisions

From LSJ
25
(6_6)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μονόγονος''': Ἐπικ. μουν-, η, ον, [[μονογενής]], [[κούρη]] μουνογόνη, ἐπὶ τῆς Περσεφόνης, Ὀππ. Ἁλ. 3. 489· Δήμητρι καὶ Μουνογόνῃ Ἐπιγραφ. ἐν Ussing σ. 1.
|lstext='''μονόγονος''': Ἐπικ. μουν-, η, ον, [[μονογενής]], [[κούρη]] μουνογόνη, ἐπὶ τῆς Περσεφόνης, Ὀππ. Ἁλ. 3. 489· Δήμητρι καὶ Μουνογόνῃ Ἐπιγραφ. ἐν Ussing σ. 1.
}}
{{grml
|mltxt=[[μονόγονος]] και επικ. τ. [[μουνόγονος]], -η, -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[μονογενής]], [[μοναχοπαίδι]]<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] της Περσεφόνης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[γόνος]].
}}
}}