3,253,642
edits
(4) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και ανεμώνα (Α [[ἀνεμώνη]] και [[ἀνεμωνίς]], - | |mltxt=και ανεμώνα (Α [[ἀνεμώνη]] και [[ἀνεμωνίς]], -ίδος)<br />ανθοφόρο [[φυτό]] σε διάφορες ποικιλίες<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>Ζωολ.</b> <i>θαλάσσια ανεμώνα</i><br />[[ονομασία]] για διάφορα Ανθόζωα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ἀνεμῶναι τῶν λόγων» — [[λόγια]] του αέρα (Λουκιανός).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> [[ανεμώνη]] «[[κόρη]] του ανέμου» <span style="color: red;"><</span> [[άνεμος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ώνη</i>, θηλ. πατρωνυμικό [[επίθημα]]. Κατ’ άλλους, η λ. συνδέθηκε παρετυμολογικά με τη λ. [[άνεμος]], ενώ [[είναι]] σημιτικής προέλευσης. Συνδέεται με το εβραϊκό <i>Naăman</i>, «[[ευχαρίστηση]], [[τέρψη]]», [[επίθετο]] του Αδώνιδος από το θ. του <i>N</i><i>ā</i> ‘ē<i>m</i> «ήταν [[ευχάριστος]], [[αξιαγάπητος]]» (πρβλ. φρ. <i>nit</i>‘<i>ē</i><i>e na</i>‘<i>ăm</i><i>ā</i><i>nin</i> «φυτά της τέρψης», Ησαΐας 17: 10)]. | ||
}} | }} |