Anonymous

ἀπαράδεκτος: Difference between revisions

From LSJ
5
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[inadmisible]], [[inaceptable]] ἀπαράδεκτον [οὐ] χὶ τό τινας ὑπερεκπείπτο[ντ] ας εἶναι μακροβιοτείᾳ no es inadmisible el que haya algunos que sobrepasan en longevidad</i> Phld.<i>Sign</i>.17.23, cf. A.D.<i>Synt</i>.59.18, Olymp.Hist.p.465.<br /><b class="num">2</b> [[que no admite]], [[incapaz de admitir]] c. gen. μαθημάτων que no está en favor de los estudios</i> Memn.2.2, τῶν ἀγαθῶν Phld.<i>D</i>.3.fr.42, τέχνης Ph.1.311, διαβολῆς Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.153<br /><b class="num">•</b>gram. [[que no admite]] τῶν ἄρθρων A.D.<i>Synt</i>.16.18.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως [[desfavorablemente]] ἀ. ἔχειν estar desfavorablemente dispuesto</i> Isid.Pel.<i>Ep</i>.M.78.273C.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[inadmisible]], [[inaceptable]] ἀπαράδεκτον [οὐ] χὶ τό τινας ὑπερεκπείπτο[ντ] ας εἶναι μακροβιοτείᾳ no es inadmisible el que haya algunos que sobrepasan en longevidad</i> Phld.<i>Sign</i>.17.23, cf. A.D.<i>Synt</i>.59.18, Olymp.Hist.p.465.<br /><b class="num">2</b> [[que no admite]], [[incapaz de admitir]] c. gen. μαθημάτων que no está en favor de los estudios</i> Memn.2.2, τῶν ἀγαθῶν Phld.<i>D</i>.3.fr.42, τέχνης Ph.1.311, διαβολῆς Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.153<br /><b class="num">•</b>gram. [[que no admite]] τῶν ἄρθρων A.D.<i>Synt</i>.16.18.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως [[desfavorablemente]] ἀ. ἔχειν estar desfavorablemente dispuesto</i> Isid.Pel.<i>Ep</i>.M.78.273C.
}}
{{grml
|mltxt=κ. -χτος, -η, -ο (Α [[ἀπαράδεκτος]], -ον)<br />[[εκείνος]] τον οποίο δεν μπορεί [[κανείς]] να παραδεχθεί, ο [[οποίος]] απορρίπτεται<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b><br /><b>1.</b> «το απαράδεκτο των ενεργειών του» — η [[έλλειψη]] βάσης για να γίνουν αποδεκτές οι ενέργειες<br /><b>2.</b> μία από τις μορφές ελαττωματικότητας των διαδικαστικών πράξεων, [[επειδή]] δεν τηρήθηκε [[κάποιος]] [[δικονομικός]] [[κανόνας]], με [[αποτέλεσμα]] να εμποδίζεται το δικαστήριο να προχωρήσει στην [[εξέταση]] της ουσίας της υπόθεσης<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[ανεπίδεκτος]].
}}
}}