Anonymous

ἀριστομάχος: Difference between revisions

From LSJ
6
(6_15)
(6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀριστομάχος''': -ον, ([[μάχη]]) ὁ ἀριστεύων ἐν ταῖς μάχαις, Πινδ. Π. 10, 3, 2) ὡς κύρ. ὄνομ., Ἡρόδ. κλ.: ― [[ἐντεῦθεν]] τὸ ἐπίθ. -μάχειος, ον, Ἀνθ. Π. 13. 8. (Ὁ τονισμὸς [[ἀμφίβολος]]).
|lstext='''ἀριστομάχος''': -ον, ([[μάχη]]) ὁ ἀριστεύων ἐν ταῖς μάχαις, Πινδ. Π. 10, 3, 2) ὡς κύρ. ὄνομ., Ἡρόδ. κλ.: ― [[ἐντεῦθεν]] τὸ ἐπίθ. -μάχειος, ον, Ἀνθ. Π. 13. 8. (Ὁ τονισμὸς [[ἀμφίβολος]]).
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀριστόμαχος]] και -μάχος, ο (Α)<br />ο [[άριστος]] στη [[μάχη]], αυτός που διακρίνεται στις μάχες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άριστος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μαχος</i> <span style="color: red;"><</span> [[μάχομαι]].
}}
}}