3,277,649
edits
(6) |
(6) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[ασφοδελός]], ο και ασφοδε(ί)λι, το (Α [[ἀσφόδελος]])<br />το ποώδες [[φυτό]] [[ασφόδελος]] ο [[μικρόκαρπος]], του οποίου όλα τα φύλλα [[είναι]] διατεταγμένα στη [[βάση]] του βλαστού και τα [[λευκά]] του λουλούδια σχηματίζουν [[τσαμπί]] (οικ. λειριίδαι)<br />Σύμφωνα με πολλούς συγγραφείς, ασφόδελοι καλύπτουν τα Ηλύσια Πεδία, τον [[τόπο]] των [[νεκρών]] [[κατά]] την ελληνική [[μυθολογία]] (<b>[[πρβλ]].</b> «Διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι», Μαβίλης).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. δάνεια λ. άγνωστης προελεύσεως]. | |mltxt=και [[ασφοδελός]], ο και ασφοδε(ί)λι, το (Α [[ἀσφόδελος]])<br />το ποώδες [[φυτό]] [[ασφόδελος]] ο [[μικρόκαρπος]], του οποίου όλα τα φύλλα [[είναι]] διατεταγμένα στη [[βάση]] του βλαστού και τα [[λευκά]] του λουλούδια σχηματίζουν [[τσαμπί]] (οικ. λειριίδαι)<br />Σύμφωνα με πολλούς συγγραφείς, ασφόδελοι καλύπτουν τα Ηλύσια Πεδία, τον [[τόπο]] των [[νεκρών]] [[κατά]] την ελληνική [[μυθολογία]] (<b>[[πρβλ]].</b> «Διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι», Μαβίλης).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. δάνεια λ. άγνωστης προελεύσεως]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀσφοδελός]], ο (Α)<br /><b>1.</b> ο [[γεμάτος]] ασφοδέλους («ἀσφοδελὸς [[λειμών]]» — ο [[τόπος]] όπου ησυχάζουν οι σκιές των ομηρικών ηρώων στον [[άλλο]] κόσμο)<br /><b>2.</b> ανθισμένο [[λιβάδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[ασφοδελός]], ως επίθ. του ουσ. [[ασφόδελος]], με [[διαφορά]] στη [[θέση]] του τόνου κατ' [[αντιδιαστολή]] [[προς]] το ουσιαστικό]. | |||
}} | }} |