Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

βότρυχος: Difference between revisions

From LSJ
7
(big3_9)
(7)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(βότρῠχος) -ου, ὁ [[bucle]] ὦ ξανθοτάτοις βοτρύχοισι κομῶν Pherecr.202 (cód. βοστρύχοισι), E.<i>Or</i>.1267 (cj. pero cf. βόστρ-).<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Cruce de [[βόστρυχος]] y βότρυς qq.u.
|dgtxt=(βότρῠχος) -ου, ὁ [[bucle]] ὦ ξανθοτάτοις βοτρύχοισι κομῶν Pherecr.202 (cód. βοστρύχοισι), E.<i>Or</i>.1267 (cj. pero cf. βόστρ-).<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Cruce de [[βόστρυχος]] y βότρυς qq.u.
}}
{{grml
|mltxt=[[βότρυχος]], ο (Α)<br /><b>1.</b> το ξυλώδες [[μέρος]] του σταφυλιού, το [[τσάμπουρο]]<br /><b>2.</b> ο [[βόστρυχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[βότρυχος]] προήλθε από συμφυρμό των λέξεων [[βότρυς]] και [[βόστρυχος]] (<b>[[πρβλ]].</b> και [[βοστρύχιον]])].
}}
}}