Anonymous

δικηγόρος: Difference between revisions

From LSJ
9
(big3_11)
(9)
Line 4: Line 4:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[abogado]] Lyd.<i>Mag</i>.3.66, Agath.5.7.1, Sud.s.u. [[Ἀλέξανδρος]] [[Αἰγαῖος]], Eust.131.2.
|dgtxt=-ου, ὁ [[abogado]] Lyd.<i>Mag</i>.3.66, Agath.5.7.1, Sud.s.u. [[Ἀλέξανδρος]] [[Αἰγαῖος]], Eust.131.2.
}}
{{grml
|mltxt=ο, η (Α [[δικηγόρος]])<br />[[νομικός]] ο [[οποίος]] κατ' [[επάγγελμα]] υποστηρίζει τον πελάτη του στο δικαστήριο<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αυτόκλητα παρεμβαίνει για να υπερασπίσει κάποιον («δεν σε βάλαμε για δικηγόρο», «μη μάς κάνεις τον δικηγόρο»)<br /><b>2.</b> [[εύγλωττος]], [[ευφραδής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δίκη]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ηγορος</i> <span style="color: red;"><</span> [[αγορά]]. Η λ. απαντά ήδη [[κατά]] τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Το β' συνθετικό όπως στο [[συνήγορος]], [[αλλά]] ο [[τονισμός]] [[κατά]] το [[δημηγόρος]].
}}
}}