Anonymous

ἐκάς: Difference between revisions

From LSJ
845 bytes added ,  29 September 2017
10
(big3_13)
(10)
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<i> uel</i>[[ἑκάς]], -άδος, ἡ<br />sent. dud., n. de una [[división]] o [[lote]] de terreno <i>PDura</i> 15a.1 (II a.C.) (quizá ἑκ-).
|dgtxt=<i> uel</i>[[ἑκάς]], -άδος, ἡ<br />sent. dud., n. de una [[división]] o [[lote]] de terreno <i>PDura</i> 15a.1 (II a.C.) (quizá ἑκ-).
}}
{{grml
|mltxt=[[ἑκάς]], αττ. τ. ἕκας (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> [[μακριά]], [[μακριά]] από, σε [[απόσταση]] («ἑκὰς οἱ βέβηλοι»)<br /><b>2.</b> (με γεν. ως καταχρηστική [[πρόθεση]]) [[μακριά]] από κάποιον ή από [[κάτι]], [[εκτός]]<br /><b>3.</b> προ πολλού<br /><b>4.</b> [[μετά]] από πολύ [[χρονικό]] [[διάστημα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λέξη σχηματισμένη από το θ. της αντων. <i>έ</i> και [[επίθημα]] -<i>κας</i>, που δηλώνει επιμερισμό (<b>[[πρβλ]].</b> [[ανδρακάς]], «ανά άνδρα», αρχ. ινδ. <i>śata</i>-<i>śah</i> «ανά [[εκατό]]»)].
}}
}}