Anonymous

ἐλλειπτικός: Difference between revisions

From LSJ
11
(big3_14b)
(11)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>gram., lit. [[abreviado]], [[elíptico]], [[sucinto]] λόγος A.D.<i>Coni</i>.226.20, σχῆμα Eust.66.44, 319.35, κατὰ τὸν ἐλλειπτικὸν τρόπον ... γεγραμμένα Gal.15.796, c. gen. τῶν προκειμένων μορίων A.D.<i>Synt</i>.141.15, αἱ προθέσεις ἐλλειπτικαί εἰσι τῶν ῥημάτων <i>EM</i> 357.38G.<br /><b class="num">•</b>de un autor [[cuya obra está falta de]], [[que no utiliza]] c. dat. limitativo ἐ. [[γάρ]] ἐστι τοῖς ἄρθροις ὁ ποιητής Sch.Er.<i>Il</i>.2.665.<br /><b class="num">2</b> geom., astr. [[en forma de elipse]], [[elíptico]] subst. τὰ ἐλλειπτικά [[órbitas elípticas]] Eust.1397.14, cf. tb. [[ἐκλειπτικός]].<br /><b class="num">III</b> adv. -ῶς<br /><b class="num">1</b> gram. [[sucinta]], [[compendiosamente]] εἴρηται ... τελέως καὶ σαφῶς ... ὡς νῦν οὐκ ἐ. Gal.18(2).881.<br /><b class="num">2</b> ret. [[por medio de elipsis]], [[elípticamente]] τινὲς ... τῶν προτεινομένων συλλογισμῶν ἐ. εἰρημένοι Phlp.<i>in APr</i>.316.30, cf. Sch.A.<i>Th</i>.466-7a, Eust.1080.17.
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>gram., lit. [[abreviado]], [[elíptico]], [[sucinto]] λόγος A.D.<i>Coni</i>.226.20, σχῆμα Eust.66.44, 319.35, κατὰ τὸν ἐλλειπτικὸν τρόπον ... γεγραμμένα Gal.15.796, c. gen. τῶν προκειμένων μορίων A.D.<i>Synt</i>.141.15, αἱ προθέσεις ἐλλειπτικαί εἰσι τῶν ῥημάτων <i>EM</i> 357.38G.<br /><b class="num">•</b>de un autor [[cuya obra está falta de]], [[que no utiliza]] c. dat. limitativo ἐ. [[γάρ]] ἐστι τοῖς ἄρθροις ὁ ποιητής Sch.Er.<i>Il</i>.2.665.<br /><b class="num">2</b> geom., astr. [[en forma de elipse]], [[elíptico]] subst. τὰ ἐλλειπτικά [[órbitas elípticas]] Eust.1397.14, cf. tb. [[ἐκλειπτικός]].<br /><b class="num">III</b> adv. -ῶς<br /><b class="num">1</b> gram. [[sucinta]], [[compendiosamente]] εἴρηται ... τελέως καὶ σαφῶς ... ὡς νῦν οὐκ ἐ. Gal.18(2).881.<br /><b class="num">2</b> ret. [[por medio de elipsis]], [[elípticamente]] τινὲς ... τῶν προτεινομένων συλλογισμῶν ἐ. εἰρημένοι Phlp.<i>in APr</i>.316.30, cf. Sch.A.<i>Th</i>.466-7a, Eust.1080.17.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἐλλειπτικός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> αυτός που παρουσιάζει ελλείψεις<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ελλειπτικά ονόματα» — τα ονόματα που απαντούν μόνο σε ένα αριθμό (π.χ. τα [[Χριστούγεννα]], ο [[άργυρος]], τα [[μεσάνυχτα]], ο [[νότος]]) ή σε ένα αριθμό και ορισμένες μόνο πτώσεις (η [[θέμις]], το [[σέβας]], αλλήλους <b>κ.ά.</b>)<br /><b>2.</b> «ελλειπτικά ρήματα» — όσα δεν σχηματίζουν όλους τους χρόνους από το ίδιο [[θέμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εκείνος]] που έχει [[σχήμα]] έλλειψης, ο [[ελλειψοειδής]]<br /><b>2.</b> (για φράσεις, ύφος του λόγου ή της ερμηνείας <b>κ.λπ.</b>) αυτός που συνειδητά και περίτεχνα πολλές φορές παραλείπει ό,τι θεωρεί περιττό και εκφράζεται με αποτελεσματική [[βραχυλογία]].
}}
}}