Anonymous

ἐνεργάζομαι: Difference between revisions

From LSJ
12
(big3_15)
(12)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">I</b> tr.<br /><b class="num">1</b> c. ac. de abstr. [[producir]], [[provocar]], [[causar]]<br /><b class="num">a)</b> c. ac. y dat. o giro prep. c. ἐν: πολλοῖς ... ἔρωτα Gorg.B 11.18, cf. LXX 2<i>Ma</i>.14.40, [[δέος]] ... ἐνεργάζονται τοῖς πολίταις D.60.25, cf. D.H.7.65, τοῖς ἄλλοις μοχθηρὰς συνηθείας D.61.3, πῶς τοῦτο ἐνεργάζῃ τοῖς ἀνδριᾶσιν; X.<i>Mem</i>.3.10.6, cf. Agatharch.21, D.S.10.8, Iust.Phil.<i>Qu.et Resp</i>.M.6.1297B, τοῖς σώμασι πάθη καὶ μεταβολάς Plu.2.946b, cf. Ph.2.315, ἡ ... φορὰ τῆς τοξίτιδος ... ἐνεργάζεται τῷ βέλει κίνησιν Ph.<i>Bel</i>.68.41, ὅσα ... ἀνειλήματα ἐνεργάζονται ἐν τῷ σώματι Hp.<i>VM</i> 22 (cód.), ταὐτὸ γὰρ αἴτιον ἐν ἅπασιν ταὐτὸν πέφυκεν ἐνεργάζεσθαι Isoc.15.230, cf. Plb.6.11a.7, Ath.Al.<i>V.Anton</i>.7.5, ἐν τῇ πόλει ... τῶν ... ἀναγκαίων ἔνδειαν Ath.214c;<br /><b class="num">b)</b> sólo c. ac. ἔκπληξιν Pl.<i>Phlb</i>.47a, δόξαν ἀντὶ δόξης τὴν μὲν ἀφελόμενοι τὴν δ' ἐνεργασάμενοι Gorg.B 11.13, ἀπορίαν Thphr.<i>Metaph</i>.8b.14, ἐπιστήμην Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.39, πρᾶγμα Aristeas 130, cf. I.<i>BI</i> 6.33, Gal.<i>in Pl.Ti</i>.17.15, Plu.2.1049d, Plot.6.2.15, Porph.<i>Sent</i>.32.<br /><b class="num">2</b> [[infundir]], [[introducir]] τὸ πείθεσθαι τοῖς νόμοις ... ἐνειργάσατο αὐτῇ (τῇ Σπάρτῃ) (Licurgo) infundió en ella (en Esparta) la obediencia a las leyes</i> X.<i>Mem</i>.4.4.15.<br /><b class="num">3</b> [[crear]], [[fabricar]] sólo en v. pas., c. suj. de cosa εἰ μὴ γλῶττα τούτων [[γνώμων]] ἐνειργάσθη si no hubiese sido creada la lengua para discernir entre éstos (los sabores)</i>, X.<i>Mem</i>.1.4.5, θρόνος ἀνδρός ἐστιν ἐνειργασμένος ὄρους λιθώδει προβολῇ hay un asiento de hombre modelado en un saliente rocoso de la montaña</i> Paus.1.35.7, cf. Philost.<i>HE</i> 7.14.<br /><b class="num">II</b> intr., c. suj. de pers. [[trabajar]], [[ganarse la vida en]] c. dat. ἐνεργαζόμενοι ... τῇ τοῦ Ἀρχιάδου οὐσίᾳ D.44.23, διὰ δέ τινων ἁλιέων τῶν ἐνειργασμένων τοῖς τόποις Plb.10.8.7, c. ἐν y dat. Κλεογένης ... [[Ἀλεῖος]] ἐν Ἀμ[φ] ίσσαι ἐνεργα[ζ] όμενος <i>IG</i> 9<sup>2</sup>.721C.3 (Calión II a.C.)<br /><b class="num">•</b>abs. αἱ ἐνεργαζόμεναι παιδίσκαι ref. a prostitutas, Hdt.1.93, οἱ δημαγωγοὶ τότε μάλιστα ἐνεργάζονται, ὅταν τὰς πατρίδας εἰς στάσεις περιάγωσιν los demagogos cuando más ganancia obtienen es cuando conducen a su patria a revoluciones</i> Aesop.26.
|dgtxt=<b class="num">I</b> tr.<br /><b class="num">1</b> c. ac. de abstr. [[producir]], [[provocar]], [[causar]]<br /><b class="num">a)</b> c. ac. y dat. o giro prep. c. ἐν: πολλοῖς ... ἔρωτα Gorg.B 11.18, cf. LXX 2<i>Ma</i>.14.40, [[δέος]] ... ἐνεργάζονται τοῖς πολίταις D.60.25, cf. D.H.7.65, τοῖς ἄλλοις μοχθηρὰς συνηθείας D.61.3, πῶς τοῦτο ἐνεργάζῃ τοῖς ἀνδριᾶσιν; X.<i>Mem</i>.3.10.6, cf. Agatharch.21, D.S.10.8, Iust.Phil.<i>Qu.et Resp</i>.M.6.1297B, τοῖς σώμασι πάθη καὶ μεταβολάς Plu.2.946b, cf. Ph.2.315, ἡ ... φορὰ τῆς τοξίτιδος ... ἐνεργάζεται τῷ βέλει κίνησιν Ph.<i>Bel</i>.68.41, ὅσα ... ἀνειλήματα ἐνεργάζονται ἐν τῷ σώματι Hp.<i>VM</i> 22 (cód.), ταὐτὸ γὰρ αἴτιον ἐν ἅπασιν ταὐτὸν πέφυκεν ἐνεργάζεσθαι Isoc.15.230, cf. Plb.6.11a.7, Ath.Al.<i>V.Anton</i>.7.5, ἐν τῇ πόλει ... τῶν ... ἀναγκαίων ἔνδειαν Ath.214c;<br /><b class="num">b)</b> sólo c. ac. ἔκπληξιν Pl.<i>Phlb</i>.47a, δόξαν ἀντὶ δόξης τὴν μὲν ἀφελόμενοι τὴν δ' ἐνεργασάμενοι Gorg.B 11.13, ἀπορίαν Thphr.<i>Metaph</i>.8b.14, ἐπιστήμην Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.39, πρᾶγμα Aristeas 130, cf. I.<i>BI</i> 6.33, Gal.<i>in Pl.Ti</i>.17.15, Plu.2.1049d, Plot.6.2.15, Porph.<i>Sent</i>.32.<br /><b class="num">2</b> [[infundir]], [[introducir]] τὸ πείθεσθαι τοῖς νόμοις ... ἐνειργάσατο αὐτῇ (τῇ Σπάρτῃ) (Licurgo) infundió en ella (en Esparta) la obediencia a las leyes</i> X.<i>Mem</i>.4.4.15.<br /><b class="num">3</b> [[crear]], [[fabricar]] sólo en v. pas., c. suj. de cosa εἰ μὴ γλῶττα τούτων [[γνώμων]] ἐνειργάσθη si no hubiese sido creada la lengua para discernir entre éstos (los sabores)</i>, X.<i>Mem</i>.1.4.5, θρόνος ἀνδρός ἐστιν ἐνειργασμένος ὄρους λιθώδει προβολῇ hay un asiento de hombre modelado en un saliente rocoso de la montaña</i> Paus.1.35.7, cf. Philost.<i>HE</i> 7.14.<br /><b class="num">II</b> intr., c. suj. de pers. [[trabajar]], [[ganarse la vida en]] c. dat. ἐνεργαζόμενοι ... τῇ τοῦ Ἀρχιάδου οὐσίᾳ D.44.23, διὰ δέ τινων ἁλιέων τῶν ἐνειργασμένων τοῖς τόποις Plb.10.8.7, c. ἐν y dat. Κλεογένης ... [[Ἀλεῖος]] ἐν Ἀμ[φ] ίσσαι ἐνεργα[ζ] όμενος <i>IG</i> 9<sup>2</sup>.721C.3 (Calión II a.C.)<br /><b class="num">•</b>abs. αἱ ἐνεργαζόμεναι παιδίσκαι ref. a prostitutas, Hdt.1.93, οἱ δημαγωγοὶ τότε μάλιστα ἐνεργάζονται, ὅταν τὰς πατρίδας εἰς στάσεις περιάγωσιν los demagogos cuando más ganancia obtienen es cuando conducen a su patria a revoluciones</i> Aesop.26.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐνεργάζομαι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[προκαλώ]], [[επιφέρω]]<br /><b>2.</b> [[εργάζομαι]] σε έναν [[τόπο]]<br /><b>3.</b> [[εργάζομαι]] χρησιμοποιώντας [[κάτι]].
}}
}}