Anonymous

ἐξιτήριος: Difference between revisions

From LSJ
12
(6_16)
(12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξιτήριος''': -ον, [[ἐξιτήριος]] [[λόγος]], ἀποχαιρετιστικός, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. 529Α, 600C, Στουδ. 892C. 2) ὡς οὐσ., τὸ ἐξιτήριον, τὸ ἀποχαιρετιστήριον [[προσφώνημα]], Γρηγ. Ναζ. ΙΙΙ. 1024Α. 3) [[ἐξιτήρια]], τά, «[[ἡμέρα]], ἐν ᾗ τὰς ἀρχὰς ἀπετίθεντο Ἀθήνησιν» Ἡσύχ.
|lstext='''ἐξιτήριος''': -ον, [[ἐξιτήριος]] [[λόγος]], ἀποχαιρετιστικός, Γρηγ. Ναζ. ΙΙ. 529Α, 600C, Στουδ. 892C. 2) ὡς οὐσ., τὸ ἐξιτήριον, τὸ ἀποχαιρετιστήριον [[προσφώνημα]], Γρηγ. Ναζ. ΙΙΙ. 1024Α. 3) [[ἐξιτήρια]], τά, «[[ἡμέρα]], ἐν ᾗ τὰς ἀρχὰς ἀπετίθεντο Ἀθήνησιν» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM [[ἐξιτήριος]], -ον) [[έξειμι]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[έξοδο]], στην [[αναχώρηση]] («[[ἐξιτήριος]] [[λόγος]], ἐξιτήριοι εὐχαί» — λόγοι αποχαιρετισμού)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το [[εξιτήριο]]<br />[[δελτίο]] αποθεραπείας ασθενούς που χορηγείται από το [[νοσοκομείο]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐξιτήριον</i><br />αποχαιρετιστήρια [[προσφώνηση]], [[λόγος]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐξιτήριον</i><br />συστατικό [[γράμμα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ἐξιτήρια]] ([[ἱερά]])» — [[θυσία]] στην αρχαία Αθήνα όταν οι ετήσιοι άρχοντες παρέδιδαν την [[εξουσία]].
}}
}}