Anonymous

ἐπακόλουθος: Difference between revisions

From LSJ
12
(6_16)
(12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπᾰκόλουθος''': -ον, ἀκολουθῶν ἔκ τινος, ἐπαγγειλάμενος γὰρ οὐκ εἶπε τὸ ἐπακόλουθον τῆς ἐπαγγελίας Ἀριστείδ. 2. 498. Ἐπίρρ. -θως, [[συμφώνως]] [[πρός]], ἑαυτῶν τρόπῳ Ἀντίπατρ. παρὰ Στοβ. 428. 9.
|lstext='''ἐπᾰκόλουθος''': -ον, ἀκολουθῶν ἔκ τινος, ἐπαγγειλάμενος γὰρ οὐκ εἶπε τὸ ἐπακόλουθον τῆς ἐπαγγελίας Ἀριστείδ. 2. 498. Ἐπίρρ. -θως, [[συμφώνως]] [[πρός]], ἑαυτῶν τρόπῳ Ἀντίπατρ. παρὰ Στοβ. 428. 9.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπακόλουθος]], -ον) [[επακολουθώ]]<br />αυτός που επακολουθεί, που ακολουθεί ύστερα από [[κάτι]] [[άλλο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(το ουδ. συν. στον πληθ. ως ουσ.) <i>τα επακόλουθα</i><br />αποτελέσματα, επιγεννήματα, συνέπειες<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ἐπακόλουθος]] τῆς συγκλήτου» — [[συγκλητικός]], [[μέλος]] της συγκλήτου. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ἐπακολούθως</i><br />σύμφωνα με [[κάτι]] («ἐπακολούθως τῷ ἑαυτῶν τρόπῳ»).
}}
}}