Anonymous

ἐπαναποδίζω: Difference between revisions

From LSJ
13
(6_1)
(13)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπαναποδίζω''': [[ἀναποδίζω]], ἀνακαλῶ τι καὶ [[ἐξετάζω]] αὐτὸ ἐκ νέου· [[ἐντεῦθεν]] τὸ ῥηματ. ἐπίθ. ἐπαναποδιστέον, δεῖ ἐπαναποδίζειν, Ἀριστ. π. Γεν. κ. Φθορ. 1. 3, 5. ― Τὸ Μέσον ἐπαναποδίζομαι σημαίνει, [[ἐπανέρχομαι]] εἰς τὰ ἴχνη μου, Μεθόδ. 149Β.
|lstext='''ἐπαναποδίζω''': [[ἀναποδίζω]], ἀνακαλῶ τι καὶ [[ἐξετάζω]] αὐτὸ ἐκ νέου· [[ἐντεῦθεν]] τὸ ῥηματ. ἐπίθ. ἐπαναποδιστέον, δεῖ ἐπαναποδίζειν, Ἀριστ. π. Γεν. κ. Φθορ. 1. 3, 5. ― Τὸ Μέσον ἐπαναποδίζομαι σημαίνει, [[ἐπανέρχομαι]] εἰς τὰ ἴχνη μου, Μεθόδ. 149Β.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐπαναποδίζω]] (Α)<br />[[αναποδίζω]]. [[εξετάζω]] και [[πάλι]], [[ξαναγυρίζω]] σε όσα έχω εξετάσει.
}}
}}