Anonymous

ἐπίπλασμα: Difference between revisions

From LSJ
13
(6_21)
(13)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίπλασμα''': τό, ἔμπλαστρον, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 805.
|lstext='''ἐπίπλασμα''': τό, ἔμπλαστρον, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 805.
}}
{{grml
|mltxt=το (Α [[ἐπίπλασμα]]) [[επιπλάσσω]]<br />[[έμπλαστρο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />συγκολλητική πλαστική ύλη που χρησιμοποιείται για το [[φράξιμο]] ([[γέμισμα]]) ρωγμών, ραγάδων, χασμάτων κ.λπ., [[στόκος]].
}}
}}