Anonymous

ἑπτάπορος: Difference between revisions

From LSJ
14
(Bailly1_2)
(14)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à sept directions, à sept étoiles <i>en parl. des Pléiades</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἑπτά]], [[πόρος]].
|btext=ος, ον :<br />à sept directions, à sept étoiles <i>en parl. des Pléiades</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἑπτά]], [[πόρος]].
}}
{{grml
|mltxt=[[ἑπτάπορος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για τους [[επτά]] πλανήτες) αυτός που διανύει [[επτά]] διαφορετικές πορείες<br /><b>2.</b> (για τον αστερισμό της Πλειάδος) αυτός που αποτελείται από [[επτά]] αστέρια «[[ἐγγὺς]] ἑπταπόρου Πλειάδος», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>3.</b> (για ποταμό) με [[επτά]] στόμια στις εκβολές.
}}
}}