3,277,300
edits
(6_7) |
(14) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐρυθροειδής''': -ές, ἔχων ὄψιν ἐρυθράν˙ πιθαν. ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ ἐλυτρο-, ὃ ἴδε. | |lstext='''ἐρυθροειδής''': -ές, ἔχων ὄψιν ἐρυθράν˙ πιθαν. ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ ἐλυτρο-, ὃ ἴδε. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές (AM [[ἐρυθροειδής]], -ές)<br />αυτός που έχει κόκκινη όψη, ο [[κοκκινωπός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που μοιάζει με τη νόσο [[ερυθρά]] («ερυθροειδές [[εξάνθημα]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ερυθρός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> <span style="color: red;"><</span> [[είδος]]]. | |||
}} | }} |