Anonymous

εὐκαιρία: Difference between revisions

From LSJ
15
(T22)
(15)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=εὐκαιρίας, ἡ ([[εὔκαιρος]]), [[seasonable]] [[time]], [[opportunity]]: ζητεῖν εὐκαιρίαν, followed by ([[ἵνα]] Buttmann, 237 (205)), [[τοῦ]] [[with]] an infinitive Sept.; in Greek writings [[first]] in [[Plato]], Phaedr., p. 272a.)  
|txtha=εὐκαιρίας, ἡ ([[εὔκαιρος]]), [[seasonable]] [[time]], [[opportunity]]: ζητεῖν εὐκαιρίαν, followed by ([[ἵνα]] Buttmann, 237 (205)), [[τοῦ]] [[with]] an infinitive Sept.; in Greek writings [[first]] in [[Plato]], Phaedr., p. 272a.)  
}}
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[εὐκαιρία]], Α ιων. τ. εὐκαιρίη) [[εύκαιρος]]<br /><b>1.</b> [[κατάλληλος]] [[καιρός]], ευνοϊκή [[περίσταση]] για [[κάτι]] (α. «τὴν εὐκαιρίαν διαφυλάττειν» β. «βρήκε [[ευκαιρία]] και πλούτισε»)<br /><b>2.</b> [[χρόνος]] [[διαθέσιμος]] (α. «κατὰ πολλὴν εὐκαιρίαν καὶ σχολήν» β. «[[μόλις]] βρω [[ευκαιρία]], θα σέ επισκεφθώ»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> («[[τιμή]] ευκαιρίας» — συμφέρουσα [[τιμή]] αγοράς)<br /><b>2.</b> «σε πρώτη [[ευκαιρία]]» ή «με την πρώτη [[ευκαιρία]]» — στην πρώτη κατάλληλη [[περίσταση]] που θα παρουσιαστεί<br /><b>3.</b> «επί τῃ ευκαιρίᾳ» ή «επ' [[ευκαιρία]]» — λόγω της παρουσίασης ή με την [[παρουσίαση]] μιας κατάλληλης περίστασης<br /><b>4.</b> «δώσε μου [[ακόμη]] μία [[ευκαιρία]]» — δώσε μου [[ακόμη]] μία [[δυνατότητα]], [[ακόμη]] ένα [[περιθώριο]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[αδράνεια]], [[απραξία]]<br /><b>2.</b> [[κενότητα]], [[κουφότητα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[αρμοδιότητα]], [[καταλληλότητα]] («περὶ στίχων εὐκαιρίας», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> κατάλληλη [[θέση]], επίκαιρη [[τοποθεσία]] («τὴν εὐκαιρίαν τῶν [[πόλεων]]», <b>Πολ.</b>)<br /><b>3.</b> κατάλληλη [[χορήγηση]], [[αφθονία]] («εὐκαιρίας ὑδάτων», Θεόφρ.)<br /><b>4.</b> [[πλούτος]], [[ευημερία]] («εὐκαιρίαν δὲ οὐκ ἔχει» — δεν έχει [[περιουσία]].
}}
}}