3,270,654
edits
(6_16) |
(15) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐσίδηρος''': -ον, [[καλῶς]] δεδεμένος ἢ συνηρμοσμένος διὰ σιδήρου, ἁμάξης... εὐσιδήρου Ἰω. Διάκ. εἰς Ἡσ. Ἀσπίδ. 237. | |lstext='''εὐσίδηρος''': -ον, [[καλῶς]] δεδεμένος ἢ συνηρμοσμένος διὰ σιδήρου, ἁμάξης... εὐσιδήρου Ἰω. Διάκ. εἰς Ἡσ. Ἀσπίδ. 237. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[εὐσίδηρος]], -ον (Μ)<br />αυτός που έχει επικαλυφθεί καλά με σίδηρο. | |||
}} | }} |