Anonymous

ἐφθαρμένως: Difference between revisions

From LSJ
15
(6_6)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐφθαρμένως''': Ἐπίρρ. Παθ. πρκμ., τοῦ [[φθείρω]], Θεολ. Ἀριθμ. σελ. 43.
|lstext='''ἐφθαρμένως''': Ἐπίρρ. Παθ. πρκμ., τοῦ [[φθείρω]], Θεολ. Ἀριθμ. σελ. 43.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐφθαρμένως]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> διεφθαρμένα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Επίρρ. σχηματισμένο από τη μτχ. παρακμ. <i>εφθαρμένος</i> του ρ. <i>φθείρομαι</i>].
}}
}}