Anonymous

ἐχθρικός: Difference between revisions

From LSJ
15
(6_11)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐχθρικός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, ἐχθρικῶν δὲ καὶ πολεμίων Ἑρμογ. ἐν Ρήτορσι (Walz) τ. 3. σ. 239. 18· ἄνθραξι βαίνειν ἐχθρικὴν δηλοῖ βλάβην Ἀστραμψύχου Ὀνειροκρ. 1.
|lstext='''ἐχθρικός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, ἐχθρικῶν δὲ καὶ πολεμίων Ἑρμογ. ἐν Ρήτορσι (Walz) τ. 3. σ. 239. 18· ἄνθραξι βαίνειν ἐχθρικὴν δηλοῖ βλάβην Ἀστραμψύχου Ὀνειροκρ. 1.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἐχθρικός]], -ή, -όν) [[εχθρός]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον εχθρό ή προέρχεται από αυτόν («[[εχθρικός]] [[στρατός]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που φανερώνει [[έχθρα]] («εχθρική [[συμπεριφορά]]»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εχθρικώς</i> και -<i>ά</i><br />[[κατά]] τρόπο εχθρικό.
}}
}}