Anonymous

ἡμιμαθής: Difference between revisions

From LSJ
16
(6_7)
(16)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡμιμᾰθής''': -ές, κατὰ τὸ ἥμισυ πεπαιδευμένος, «μισογραμματισμένος», Φιλόστρ. 575, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 160.
|lstext='''ἡμιμᾰθής''': -ές, κατὰ τὸ ἥμισυ πεπαιδευμένος, «μισογραμματισμένος», Φιλόστρ. 575, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 160.
}}
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἡμιμαθής]], -ές)<br />αυτός που έχει ανεπαρκείς ή συγκεχυμένες γνώσεις, αυτός που γνωρίζει ατελώς, ελλιπώς, μια [[επιστήμη]] ή μια [[τέχνη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μαθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μανθάνω]], <b>[[πρβλ]].</b> αόρ. β' <i>έ</i>-<i>μαθ</i>-<i>ον</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>α</i>-<i>μαθής πολυ</i>-<i>μαθής</i>].
}}
}}