Anonymous

θερίστρια: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_10)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θερίστρια''': ἡ, θηλ. τοῦ θεριστὴρ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 618.
|lstext='''θερίστρια''': ἡ, θηλ. τοῦ θεριστὴρ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 618.
}}
{{grml
|mltxt=και θερίστρα, η (ΑΜ [[θερίστρια]])<br />αυτή που θερίζει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Θηλ. του [[θεριστήρ]]].
}}
}}