Anonymous

θυροκοπικός: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_10)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θῠροκοπικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς θυροκοπίαν. - θυροκοπικόν, τό, [[εἶδος]] χοροῦ, Ἀθην. 618C. - Παρ’ Ἡσυχ. θυροκοπισμός, ὁ.
|lstext='''θῠροκοπικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς θυροκοπίαν. - θυροκοπικόν, τό, [[εἶδος]] χοροῦ, Ἀθην. 618C. - Παρ’ Ἡσυχ. θυροκοπισμός, ὁ.
}}
{{grml
|mltxt=[[θυροκοπικός]], -ή, -όν (Α) [[θυροκόπος]]<br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στη [[θυροκοπία]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ θυροκοπικόν</i><br />[[τραγούδι]] με αυλό [[μπροστά]] σε [[θύρα]].
}}
}}