Anonymous

θυραμάχος: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_15)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θυρᾱμάχος''': ον ἐπιτιθέμενος [[ἐναντίον]] θυρῶν, θυραμάχοις τε πυγμαχίαισι νέων Πρατίνας 1. 10.
|lstext='''θυρᾱμάχος''': ον ἐπιτιθέμενος [[ἐναντίον]] θυρῶν, θυραμάχοις τε πυγμαχίαισι νέων Πρατίνας 1. 10.
}}
{{grml
|mltxt=[[θυραμάχος]], -ον (Α)<br />αυτός που χτυπά τις πόρτες, που επιτίθεται [[κατά]] τών [[θυρών]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θύρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μάχος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μάχη]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>μονο</i>-<i>μάχος</i>, <i>ναυ</i>-<i>μάχος</i>].
}}
}}