Anonymous

ἱμαλίς: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_12)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱμαλίς''': -ίδος, ἡ, ἐπίθ. τῆς Δήμητρος παρὰ Συρακοσίοις, Πολέμων παρ’ Ἀθην. 109Α. - [[ἐντεῦθεν]] ἱμαλιά, «τὸ [[ἐπίμετρον]] τῶν ἀλεύρων. [[ἐπιγέννημα]] ἀλετρίδος, καὶ ὁ ἀπὸ τῶν ἀχύρων χνοῦς, καὶ [[περιουσία]]» Ἡσύχ. - [[προσέτι]] «ἱμάλιον· καρποφόρον, νόστιμον» ὁ αὐτ. ΙΙ. Δωρ. λέξ. ἀντὶ τοῦ ἱμαῖον [[μέλος]], Τρύφ παρ’ Ἀθην. 618Ε.
|lstext='''ἱμαλίς''': -ίδος, ἡ, ἐπίθ. τῆς Δήμητρος παρὰ Συρακοσίοις, Πολέμων παρ’ Ἀθην. 109Α. - [[ἐντεῦθεν]] ἱμαλιά, «τὸ [[ἐπίμετρον]] τῶν ἀλεύρων. [[ἐπιγέννημα]] ἀλετρίδος, καὶ ὁ ἀπὸ τῶν ἀχύρων χνοῦς, καὶ [[περιουσία]]» Ἡσύχ. - [[προσέτι]] «ἱμάλιον· καρποφόρον, νόστιμον» ὁ αὐτ. ΙΙ. Δωρ. λέξ. ἀντὶ τοῦ ἱμαῖον [[μέλος]], Τρύφ παρ’ Ἀθην. 618Ε.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἱμαλίς]], ἡ (Α)<br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>ἡ Ἱμαλίς</i><br />επίθ. της Δήμητρας στις [[Συρακούσες]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἱμαλιά]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίς</i>, -[[ίδος]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>μολυβδ</i>-<i>ίς</i>, <i>τροφαλ</i>-<i>ίς</i>)].
}}
}}