3,277,819
edits
(6_19) |
(18) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἰσχῡροπότης''': -ου, ὁ, ὁ πίνων ἰσχυρῶς, ὁ πίνων πολύ, Ἡσύχ. ἐν λ. [[ζαπότης]]. | |lstext='''ἰσχῡροπότης''': -ου, ὁ, ὁ πίνων ἰσχυρῶς, ὁ πίνων πολύ, Ἡσύχ. ἐν λ. [[ζαπότης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἰσχυροπότης]], ὁ (Α)<br />αυτός που πίνει πολύ. | |||
}} | }} |