3,273,735
edits
(6_10) |
(18) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἰσχιορρωγικός''': -ή, -όν, (ῥὼξ) ἔχων διερρωγότα τὰ ἰσχία, χωλαίνων, [[στίχος]] ἰσχ., ἰαμβικὸς [[μετὰ]] σπονδείων ἐν τῇ β΄, δ΄ καὶ ς΄ χώρᾳ. Γραμμ. παρὰ Tyrwh, Diss. De Babrio σ. 17· πρβλ. [[χωλίαμβος]]. | |lstext='''ἰσχιορρωγικός''': -ή, -όν, (ῥὼξ) ἔχων διερρωγότα τὰ ἰσχία, χωλαίνων, [[στίχος]] ἰσχ., ἰαμβικὸς [[μετὰ]] σπονδείων ἐν τῇ β΄, δ΄ καὶ ς΄ χώρᾳ. Γραμμ. παρὰ Tyrwh, Diss. De Babrio σ. 17· πρβλ. [[χωλίαμβος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἰσχιορρωγικός]], -ή, -όν)<br />αυτός που έχει πάθει [[μετακίνηση]] τών ισχίων, ο ξεγοφιασμένος<br /><b>αρχ.</b><br />(για στίχους) <b>φρ.</b> «ἰσχιορρωγικον [[μέτρον]]» — [[εξάμετρος]] [[στίχος]] με σπονδείους στη β', δ' και στ' [[χώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰσχίον]] <span style="color: red;">+</span> <i>ρώξ</i>, <i>ρωγ</i>-<i>ός</i> «[[ρωγμή]]» (<span style="color: red;"><</span> [[ρήγνυμι]]) με διπλασιασμό του αρκτικού <i>ρ</i>- εν συνθέσει λόγω του προηγουμένου βραχέος φωνήεντος]. | |||
}} | }} |