Anonymous

ἰσχομένως: Difference between revisions

From LSJ
18
(6_7)
(18)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰσχομένως''': Ἐπίρρ.· ([[ἴσχω]]) [[μετὰ]] κωλυμάτων, ἐμποδίων, Πλάτ. Κρατ. 415C.
|lstext='''ἰσχομένως''': Ἐπίρρ.· ([[ἴσχω]]) [[μετὰ]] κωλυμάτων, ἐμποδίων, Πλάτ. Κρατ. 415C.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἰσχομένως]] (Α) <b>επίρρ.</b> με εμπόδια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσχόμενος</i>, μτχ. μεσοπαθ. ενεστ. του ρ. [[ἴσχω]].
}}
}}