3,274,246
edits
(6_22) |
(18) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καθηλωτής''': τοῦ, ὁ, ὁ καθηλῶν τι, καρφωτής, Γλωσσ. | |lstext='''καθηλωτής''': τοῦ, ὁ, ὁ καθηλῶν τι, καρφωτής, Γλωσσ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[καθηλωτής]], ὁ (Α) [[καθηλώ]]<br />αυτός που καθηλώνει, που καρφώνει. | |||
}} | }} |