3,276,932
edits
(Bailly1_3) |
(18) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> innovation, système nouveau ; <i>particul.</i> [[αἱ]] καινοτομίαι changements de l’État, révolution;<br /><b>2</b> nouveauté, étrangeté.<br />'''Étymologie:''' [[καινοτόμος]]. | |btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> innovation, système nouveau ; <i>particul.</i> [[αἱ]] καινοτομίαι changements de l’État, révolution;<br /><b>2</b> nouveauté, étrangeté.<br />'''Étymologie:''' [[καινοτόμος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (AM [[καινοτομία]]) [[καινοτομώ]]<br /><b>1.</b> [[νεωτερισμός]]<br /><b>2.</b> [[επινόηση]], [[εφεύρεση]] («καινοτομίαι ὀνομάτων», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> το καινοφανές, το [[παράδοξο]] και ασυνήθιστο («τόλκαν και κόμπον ἐν ταῑς καινοτομίαις ἐπαγγελλόμενον», <b>Πλούτ.</b>)<br />(νεοελ.-μσν.) [[αλλαγή]], [[μεταρρύθμιση]] («έφερε πολλές καινοτομίες στην οικονομική [[πολιτική]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το να ανοίγει [[κανείς]] νέα [[μεταλλεία]], το να κάνει εξορύξεις νέων μεταλλευμάτων<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ καινοτομίαι</i><br />η [[εισαγωγή]] νεωτερισμών στην [[πολιτεία]]. | |||
}} | }} |