3,276,318
edits
(6_7) |
(19) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κᾱρικοεργής''': -ές, Καρικῆς ἐργασίας, καρικοεργέος ὀχάνου Ἀνακρεόντ. παρὰ Στράβ. 661, καριευργέος κατὰ διόρθ. Bgk. | |lstext='''κᾱρικοεργής''': -ές, Καρικῆς ἐργασίας, καρικοεργέος ὀχάνου Ἀνακρεόντ. παρὰ Στράβ. 661, καριευργέος κατὰ διόρθ. Bgk. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[καρικοεργής]], -ές (Α)<br />ο προερχόμενος ή κατασκευασμένος με [[καρική]] [[εργασία]], με [[καρική]] [[τέχνη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[καρικός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>εργής</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>Fεργής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>Fέργον</i>). Βλ. και λ. <i>ἔργο</i>]. | |||
}} | }} |