Anonymous

καταμήνιος: Difference between revisions

From LSJ
19
(eksahir)
(19)
Line 21: Line 21:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[flujo menstrual]]
|esgtx=[[flujo menstrual]]
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο (Α [[καταμήνιος]], -ον)<br />([[ιδίως]] για [[μισθό]] και για την [[εμμηνορρυσία]]) αυτός που γίνεται [[κατά]] [[μήνα]] («[[καταμήνιος]] [[κύκλος]]»)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα [[καταμήνια]]<br />τα [[έμμηνα]], ο [[καταμήνιος]] [[κύκλος]], η [[εμμηνορρυσία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που πληρώνεται με μηνιαίο [[μισθό]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ καταμηνίη</i><br />τα [[έμμηνα]] τών [[γυναικών]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> «Σύνθ. εκ συναρπαγής» από τη φρ. «[[κατά]] [[μήνα]]].
}}
}}