Anonymous

κατασκευαστής: Difference between revisions

From LSJ
19
(6_19)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατασκευαστής''': -οῦ, ὁ, κατασκευάζων, ποιῶν, ὁ θεὸς τοῦ κόσμου κ. Τατιαν.· καὶ ἐπὶ κακῆς σημασ., ὁ [[μηχανορράφος]], ἐπινοητὴς κακῶν, ὁ τὰ φαῦλα μηχανώμενος, Σουΐδ.
|lstext='''κατασκευαστής''': -οῦ, ὁ, κατασκευάζων, ποιῶν, ὁ θεὸς τοῦ κόσμου κ. Τατιαν.· καὶ ἐπὶ κακῆς σημασ., ὁ [[μηχανορράφος]], ἐπινοητὴς κακῶν, ὁ τὰ φαῦλα μηχανώμενος, Σουΐδ.
}}
{{grml
|mltxt=ο θηλ. [[κατασκευάστρια]] (AM [[κατασκευαστής]], θηλ. [[κατασκευάστρια]]) [[κατασκευάζω]]<br /><b>1.</b> αυτός που κατασκευάζει, αυτός που δημιουργεί («[[κατασκευαστής]] επίπλων»)<br /><b>2.</b> αυτός που μηχανεύεται [[κάτι]], ο [[επινοητής]], ο [[μηχανορράφος]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />ο [[προμηθευτής]] τών αναγκαίων σε στρατιωτική [[μονάδα]] ο [[αξιωματικός]] επιμελητείας.
}}
}}