Anonymous

κελευστής: Difference between revisions

From LSJ
20
(Bailly1_3)
(20)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />chef des rameurs, celui qui marque la mesure pour le mouvement des rames.<br />'''Étymologie:''' [[κελεύω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />chef des rameurs, celui qui marque la mesure pour le mouvement des rames.<br />'''Étymologie:''' [[κελεύω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[κελευστής]] και δ. γρφ. [[κελευτής]]) [[κελεύω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[υπαξιωματικός]] του πολεμικού ναυτικού, που αντιστοιχεί με τον λοχία του στρατού ξηράς και τον σμηνία της πολεμικής αεροπορίας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δίνει τις οδηγίες, τις διαταγές στους κωπηλάτες, αυτός που δίνει τον ρυθμό της κωπηλασίας στους κωπηλάτες<br /><b>2.</b> [[κήρυκας]], [[τελάλης]].
}}
}}