Anonymous

κεραυνίας: Difference between revisions

From LSJ
20
(6_19)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κεραυνίας''': -ου, ὁ, ὑπὸ κεραυνοῦ πληγείς, «κεκεραυνωμένος» Ἡσύχ.
|lstext='''κεραυνίας''': -ου, ὁ, ὑπὸ κεραυνοῦ πληγείς, «κεκεραυνωμένος» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κεραυνίας]], ὁ (Α) [[κεραυνός]]<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> αυτός που χτυπήθηκε από κεραυνό.
}}
}}