3,273,735
edits
(6_15) |
(20) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεραυνομάχης''': ὁ, ὁ διὰ τοῦ κεραυνοῦ μαχόμενος, Ἀνθ. Π. 12. 110. | |lstext='''κεραυνομάχης''': ὁ, ὁ διὰ τοῦ κεραυνοῦ μαχόμενος, Ἀνθ. Π. 12. 110. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κεραυνομάχης]], -ου, δωρ. τ. κεραυνομάχας, ὁ (Α)<br />αυτός που μάχεται με κεραυνούς, αυτός που έχει ως όπλο του τον κεραυνό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κεραυνός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μάχης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μάχη]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>λεοντο</i>-<i>μάχης</i>, <i>οπλο</i>-<i>μάχης</i>]. | |||
}} | }} |