3,274,903
edits
(6_11) |
(20) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεραστικός''': -ή, -όν, χρησιμεύων πρὸς κέρασιν ὡς ποτόν, Λέων Ἰατρ., ἐν Anecdota Medica Gracea ὑπὸ Emmerin· ― κεραστικῶς, Ἐπίρρ., διὰ τρόπου κεραστικοῦ, Σουΐδ. ἐν λέξει [[κεράς]]. | |lstext='''κεραστικός''': -ή, -όν, χρησιμεύων πρὸς κέρασιν ὡς ποτόν, Λέων Ἰατρ., ἐν Anecdota Medica Gracea ὑπὸ Emmerin· ― κεραστικῶς, Ἐπίρρ., διὰ τρόπου κεραστικοῦ, Σουΐδ. ἐν λέξει [[κεράς]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κεραστικός]], -ή, -όν (Α) [[κεραστής]]<br />αυτός που χρησιμεύει ως [[ποτό]] για [[κέρασμα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[κεραστικῶς]]<br />αναμεμιγμένα. | |||
}} | }} |