3,274,522
edits
(6_7) |
(20) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κισσοειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] κισσῷ, Διοσκ. 2. 196, Γαλην. ― Ἐπίρρ. -δῶς, Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 13. 42. | |lstext='''κισσοειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] κισσῷ, Διοσκ. 2. 196, Γαλην. ― Ἐπίρρ. -δῶς, Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 13. 42. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές (Α [[κισσοειδής]], -ές)<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με κισσό («φύλλα κισσοειδῆ», <b>Διοσκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[κισσοειδής]] [[καμπύλη]]» ή «[[κισσοειδής]] ([[γραμμή]])» — η [[καμπύλη]] που επινόησε ο [[μαθηματικός]] Διοκλής για την [[επίλυση]] του προβλήματος διπλασιασμού του κύβου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[εἶδος]])]. | |||
}} | }} |