Anonymous

κλωβός: Difference between revisions

From LSJ
1,476 bytes added ,  29 September 2017
20
(Bailly1_3)
(20)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />cage d’oiseau.<br />'''Étymologie:''' cf. [[κλείω]], [[κλοιός]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />cage d’oiseau.<br />'''Étymologie:''' cf. [[κλείω]], [[κλοιός]].
}}
{{grml
|mltxt=ο (AM [[κλωβός]])<br />[[κλουβί]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] που μοιάζει με [[κλουβί]]<br /><b>2.</b> <b>(ηλεκτρολ.)</b> [[τύπος]] περιέλιξης του επαγωγίμου σε έναν ασύγχρονο τριφασικό κινητήρα<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) <b>(ηλεκτρολ.)</b> «[[κλωβός]] του Φάραντεϋ» — μεταλλικό [[περίβλημα]] κατασκευασμένο από μεταλλικό [[έλασμα]] ή από πυκνό μεταλλικό [[πλέγμα]] με το οποίο επιδιώκεται η [[προστασία]] ορισμένων χώρων από τις επιδράσεις εξωτερικών ηλεκτρικών πεδίων<br />β) <b>ναυτ.</b> «[[κλωβός]] [[έλικας]]» — ο [[χώρος]] [[μέσα]] στον οποίο περιστρέφεται η έλικα του πλοίου<br />γ) «[[κλωβός]] φάρου» — το ανώτατο [[τμήμα]] φάρου στο οποίο υπάρχουν τα φωτιστικά μηχανήματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνεια λ. σημιτικής προελεύσεως, <b>[[πρβλ]].</b> συρ. <i>k</i><i>ә</i><i>lub</i> «[[κλουβί]] πουλιών».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.-μσν.</b> [[κλωβίον]].
}}
}}