Anonymous

κοινών: Difference between revisions

From LSJ
21
(Bailly1_3)
(21)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ῶνος (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[κοινωνός]].
|btext=ῶνος (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[κοινωνός]].
}}
{{grml
|mltxt=[[κοινών]], -ῶνος και δωρ. τ. [[κοινάν]], -ᾱνος (Α)<br /><b>1.</b> [[κοινωνός]]<br /><b>2.</b> [[μέλος]] συνδικάτου που εισέπραττε έγγειους φόρους, [[δημοσιώνης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[κοινεών]]].
}}
}}