Anonymous

κοκκυγέα: Difference between revisions

From LSJ
21
(6_9)
(21)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κοκκυγέα''': ἡ, [[δένδρον]] χρησιμεῦον πρὸς κοκκίνην βαφήν, ἔχον τὸν καρπὸν ἐν χνοώδει θήκῃ, [[ἴσως]] τὸ rhus cotinus Λινν., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 16, 6· coccygia Πλίν. 13. 41.
|lstext='''κοκκυγέα''': ἡ, [[δένδρον]] χρησιμεῦον πρὸς κοκκίνην βαφήν, ἔχον τὸν καρπὸν ἐν χνοώδει θήκῃ, [[ἴσως]] τὸ rhus cotinus Λινν., Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 16, 6· coccygia Πλίν. 13. 41.
}}
{{grml
|mltxt=[[κοκκυγέα]], ἡ (Α) [[κόκκυξ]]<br />[[δένδρο]] με χνουδωτό καρπό [[μέσα]] σε [[θήκη]], το οποίο χρησίμευε για κόκκινη [[βαφή]], ίσως το τοξικό [[είδος]] [[ρους]] ο [[κότινος]].
}}
}}